Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ζαχαρουργείο
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
το
ζαχαρουργεί
ο
τα
ζαχαρουργεί
α
γενική
του
ζαχαρουργεί
ου
των
ζαχαρουργεί
ων
αιτιατική
το
ζαχαρουργεί
ο
τα
ζαχαρουργεί
α
κλητική
ζαχαρουργεί
ο
ζαχαρουργεί
α
Κατηγορία
όπως «
πεύκο
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
ζαχαρουργείο
<
ζάχαρ(η)
+
-ουργείο
Ουσιαστικό
επεξεργασία
ζαχαρουργείο
ουδέτερο
εργαστήριο
ή
εργοστάσιο
παραγωγής
ζάχαρης
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ζαχαρουργείο
αγγλικά
:
sugar mill
(en)