Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το ζαμπάκι τα ζαμπάκια
      γενική
    αιτιατική το ζαμπάκι τα ζαμπάκια
     κλητική ζαμπάκι ζαμπάκια
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

ζαμπάκι < (άμεσο δάνειο) οθωμανική τουρκική زنبق‎ (τουρκική zambak) < περσική زنبق‎ (zanbak, κρίνος) < αραβική زَنْبَق (zanbaq) < προέλευσης από τη μέση περσική [1]

  Ουσιαστικό επεξεργασία

ζαμπάκι ουδέτερο

Άλλες μορφές επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Αναφορές επεξεργασία

  1. زنبق στο αγγλικό Βικιλεξικό