ευφορβία
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- ευφορβία < νέα ελληνική euphorbia[1] < euphorbea < αρχαία ελληνική Εὔφορβος
Ουσιαστικό
επεξεργασίαευφορβία θηλυκό
- (βοτανική, λουλούδι) γένος φυτών της οικογένειας των Ευφορβιοειδών (Euphorbiaceae),
Δείτε επίσης
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία- ↑ Από παρανόηση του Κάρολου Λινναίου, αντί του σωστού euphorbea.