Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ευρωπαλέτα οι ευρωπαλέτες
      γενική της ευρωπαλέτας των ευρωπαλετών
    αιτιατική την ευρωπαλέτα τις ευρωπαλέτες
     κλητική ευρωπαλέτα ευρωπαλέτες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

ευρωπαλέτα < ευρω- + παλέτα ((μεταφραστικό δάνειο) αγγλική EUR-pallet)

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /e.vro.paˈle.ta/
τυπογραφικός συλλαβισμός: ευ‐ρω‐πα‐λέ‐τα

  Ουσιαστικό επεξεργασία

ευρωπαλέτα θηλυκό

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία