εταστικός
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- εταστικός < μεσαιωνική ελληνική εταστικός
Επίθετο επεξεργασία
εταστικός
Μεταφράσεις επεξεργασία
εταστικός
→ δείτε τις λέξεις εξεταστικός και διερευνητικός |
εταστικός
→ δείτε τις λέξεις εξεταστικός και διερευνητικός |