• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Είσοδος
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών

επιτολή

  • Διαβάστε σε άλλη γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Μεταφράσεις

Ελληνικά (el) Επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η επιτολή οι επιτολές
      γενική της επιτολής των επιτολών
    αιτιατική την επιτολή τις επιτολές
     κλητική επιτολή επιτολές
όπως «ψυχή» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία Επεξεργασία

επιτολή < αρχαία ελληνική ἐπιτολή

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

επιτολή θηλυκό

  • (αστρονομία) (λόγιο) η εμφάνιση / ανατολή άστρου, αστερισμού κ.λπ. στον ορίζοντα

  ΜεταφράσειςΕπεξεργασία

    επιτολή
  • αγγλικά : ascendancy (en)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=επιτολή&oldid=4100098"
Τελευταία επεξεργασία στις 25 Σεπτεμβρίου 2019, στις 18:09

Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 25 Σεπτεμβρίου 2019, στις 18:09.
  • Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την Άδεια Creative Commons Αναφορά Δημιουργού-Παρόμοια Διανομή 3.0· μπορεί να ισχύουν πρόσθετοι όροι. Δείτε τους Όρους Χρήσης για λεπτομέρειες.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie