επικαιρότητα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /e.pi.ceˈɾo.ti.ta/
Ουσιαστικό
επεξεργασίαεπικαιρότητα θηλυκό
- η ιδιότητα του επίκαιρου
- το σύνολο των (σημαντικών) γεγονότων που συμβαίνουν τώρα ή την περίοδο αυτή
Αντώνυμα
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία επικαιρότητα