↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο επιδιαιτητής οι επιδιαιτητές
      γενική του επιδιαιτητή των επιδιαιτητών
    αιτιατική τον επιδιαιτητή τους επιδιαιτητές
     κλητική επιδιαιτητή επιδιαιτητές
Κατηγορία όπως «ποιητής» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
επιδιαιτητής < επι- + διαιτητής

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

επιδιαιτητής αρσενικό

  • ανώτατος διαιτητής που εκλέγεται από τους διαδίκους σε περίπτωση διαφωνίας ή ισοψηφίας των διαιτητών και εκδίδει τελεσίδικη απόφαση

Συγγενικά

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία