árbitro
Ισπανικά (es)
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
---|---|
árbitro | árbitros |
árbitro (es) αρσενικό
Πορτογαλικά (pt)
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
---|---|
árbitro | árbitros |
árbitro (pt) αρσενικό
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
árbitro | árbitros |
árbitro (es) αρσενικό
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
árbitro | árbitros |
árbitro (pt) αρσενικό