Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
εξώδερμα
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
το
εξώδερμα
τα
εξωδέρμα
τ
α
γενική
του
εξωδέρμα
τ
ος
των
εξωδερμά
τ
ων
αιτιατική
το
εξώδερμα
τα
εξωδέρμα
τ
α
κλητική
εξώδερμα
εξωδέρμα
τ
α
Κατηγορία
όπως «
όνομα
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
εξώδερμα
< πρόθημα
εξω-
+ ουσιαστικό
δέρμα
Ουσιαστικό
επεξεργασία
εξώδερμα
ουδέτερο
το
εξωτερικό
στρώμα (
στιβάδα
) των
εμβρυϊκών
κυττάρων
των περισσότερων
ζωικών
οργανισμών
Μεταφράσεις
επεξεργασία
εξώδερμα
αγγλικά
:
ectoderm
(en)