• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Κοντινά
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

εξετάστρια

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)Επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η εξετάστρια οι εξετάστριες
      γενική της εξετάστριας των εξεταστριών
    αιτιατική την εξετάστρια τις εξετάστριες
     κλητική εξετάστρια εξετάστριες
Κατηγορία όπως «θάλασσα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία Επεξεργασία

εξετάστρια < εξεταστής + -τρια

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

εξετάστρια θηλυκό

→ δείτε τη λέξη  εξεταστής

  ΜεταφράσειςΕπεξεργασία

    εξετάστρια
  • αγγλικά : examiner (en)
  • γαλλικά : examinatrice (fr)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=εξετάστρια&oldid=5471854"
Τελευταία επεξεργασία στις 29 Ιανουαρίου 2022, στις 23:10
Βικιλεξικό
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 29 Ιανουαρίου 2022, στις 23:10.
  • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie