Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
εντομολογία
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
εντομολογί
α
οι
εντομολογί
ες
γενική
της
εντομολογί
ας
των
εντομολογι
ών
αιτιατική
την
εντομολογί
α
τις
εντομολογί
ες
κλητική
εντομολογί
α
εντομολογί
ες
Κατηγορία
όπως «
σοφία
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
εντομολογία
<
εντομολόγος
Ουσιαστικό
επεξεργασία
εντομολογία
θηλυκό
κλάδος της
βιολογίας
που μελετά τα
έντομα
Μεταφράσεις
επεξεργασία
εντομολογία
αγγλικά
:
entomology
(en)
γαλλικά
:
entomologie
(fr)
φινλανδικά
:
hyönteistiede
(fi)