εμμηνορρυσιακός
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- εμμηνορρυσιακός < εμμηνορρυσία + -ακός
Επίθετο
επεξεργασίαεμμηνορρυσιακός
- (ιατρική) άλλη μορφή του εμμηνορροϊκός
Μεταφράσεις
επεξεργασία εμμηνορρυσιακός
|
Πηγές
επεξεργασία- εμμηνορρυσιακός - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- εμμηνορρυσιακός - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
- εμμηνορρυσιακός - Αναστασιάδη - Συμεωνίδη, Άννα (2003). Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής. Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη. (συντομογραφίες)