Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ειδωλολάτρης
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Συνώνυμα
1.2.2
Συγγενικά
1.2.3
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
ο
ειδωλολάτρ
ης
οι
ειδωλολάτρ
ες
γενική
του
ειδωλολάτρ
η
των
ειδωλολατρ
ών
αιτιατική
τον
ειδωλολάτρ
η
τους
ειδωλολάτρ
ες
κλητική
ειδωλολάτρ
η
ειδωλολάτρ
ες
Κατηγορία
όπως «
ναύτης
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
ειδωλολάτρης
< (
ελληνιστική κοινή
)
εἰδωλολάτρης
<
εἴδωλον
+
λάτρης
Ουσιαστικό
επεξεργασία
ειδωλολάτρης
αρσενικό
αυτός που
λατρεύει
τα
είδωλα
Συνώνυμα
επεξεργασία
πολυθεϊστής
παγανιστής
Συγγενικά
επεξεργασία
ειδωλολατρία
ειδωλολατρικός
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ειδωλολάτρης
αγγλικά
:
idolator
(en)
γαλλικά
:
idolâtre
(fr)
αρσενικό ή θηλυκό
ολλανδικά
:
afgodendienaar
(nl)