εθνωνυμικός
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- εθνωνυμικός < εθνωνύμ(ιο) + -ικός
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /e.θno.ni.miˈkos/ (αρσενικό)
- ΔΦΑ : /e.θno.ni.miˈci/ (θηλυκό)
- ΔΦΑ : /e.θno.ni.miˈko/ (ουδέτερο)
Επίθετο επεξεργασία
εθνωνυμικός, ή, ό
- εθνικό όνομα (όπως Έλληνας, Ελληνίδα)
- το εθνωνυμικό «Γάλλος» χαρακτηρίζει όσους ανήκουν στο γαλλικό έθνος και έχουν το εθνωνύμιο «Γάλλοι»
Παράγωγα επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
εθνωνυμικός
|