Αυτό το λήμμα χρειάζεται επιμέλεια,
ώστε να ανταποκρίνεται σε υψηλότερες προδιαγραφές συντακτικής ποιότητας ή μορφοποίησης.
 πτώσεις       ενικός      
γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο δυφιοστρεφής η δυφιοστρεφής το δυφιοστρεφές
      γενική του δυφιοστρεφούς* της δυφιοστρεφούς του δυφιοστρεφούς
    αιτιατική τον δυφιοστρεφή τη δυφιοστρεφή το δυφιοστρεφές
     κλητική δυφιοστρεφή(ς) δυφιοστρεφής δυφιοστρεφές
 πτώσεις   πληθυντικός  
γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι δυφιοστρεφείς οι δυφιοστρεφείς τα δυφιοστρεφή
      γενική των δυφιοστρεφών των δυφιοστρεφών των δυφιοστρεφών
    αιτιατική τους δυφιοστρεφείς τις δυφιοστρεφείς τα δυφιοστρεφή
     κλητική δυφιοστρεφείς δυφιοστρεφείς δυφιοστρεφή
* Και προφορικός τύπος σε -ή στη γενική ενικού αρσενικού, ή και θηλυκού
Κατηγορία όπως «συνεχής» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία

επεξεργασία
δυφιοστρεφής < δυφίο + στρέφω

δυφιοστρεφής, -ής, -ές

Σημείωση
Στο δυφιοστρεφές πρωτόκολλο οι κωδικοί ελέγχου ορίζονται μέσω ακολουθιών δυφίων αντί χαρακτήρων.

Μεταφράσεις

επεξεργασία