Ετυμολογία 1

επεξεργασία

Ουσιαστικό

επεξεργασία

δυναμικόν, -oῦ ουδέτερο

Ετυμολογία 2

επεξεργασία
δυναμικόν: κλιτικός τύπος

Κλιτικός τύπος επιθέτου

επεξεργασία