δυναμικά
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- δυναμικά < δυναμικός
Επίρρημα επεξεργασία
δυναμικά
- με δυναμισμό, με δυναμικές ενέργειες
- από δυναμική άποψη
Μεταφράσεις επεξεργασία
δυναμικά
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού επεξεργασία
δυναμικά ουδέτερο
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του δυναμικό
Κλιτικός τύπος επιθέτου επεξεργασία
δυναμικά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του δυναμικό