Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
δροσόπαγος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Άλλες μορφές
1.2.2
Συνώνυμα
1.2.3
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
ο
δροσόπαγ
ος
οι
δροσόπαγ
οι
γενική
του
δροσόπαγ
ου
των
δροσόπαγ
ων
αιτιατική
τον
δροσόπαγ
ο
τους
δροσόπαγ
ους
κλητική
δροσόπαγ
ε
δροσόπαγ
οι
Κατηγορία
όπως «
αντίλαλος
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
δροσόπαγος
<
δρόσος
+
-ο-
+
πάγος
Ουσιαστικό
επεξεργασία
δροσόπαγος
αρσενικό
δρόσος
που μοιάζει με
σκόνη
πάγου
Άλλες μορφές
επεξεργασία
δροσόπαγο
Συνώνυμα
επεξεργασία
πάχνη
Μεταφράσεις
επεξεργασία
δροσόπαγος
αγγλικά
:
rime
(en)
,
frost
(en)
,
hoarfrost
(en)