διωδία
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | διωδία | οι | διωδίες |
γενική | της | διωδίας | των | διωδιών |
αιτιατική | τη | διωδία | τις | διωδίες |
κλητική | διωδία | διωδίες | ||
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαδιωδία θηλυκό
Δείτε επίσης
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία διωδία
|