Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
διαμοιρασμός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Άλλες μορφές
1.2.2
Συνώνυμα
1.2.3
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
ο
διαμοιρασμ
ός
οι
διαμοιρασμ
οί
γενική
του
διαμοιρασμ
ού
των
διαμοιρασμ
ών
αιτιατική
τον
διαμοιρασμ
ό
τους
διαμοιρασμ
ούς
κλητική
διαμοιρασμ
έ
διαμοιρασμ
οί
Κατηγορία
όπως «
ναός
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
διαμοιρασμός
<
μεσαιωνική ελληνική
διαμοιρασμός
<
διαμοιράζ(ω)
+
-μός
Ουσιαστικό
επεξεργασία
διαμοιρασμός
αρσενικό
η
διαδικασία
ή το
αποτέλεσμα
του
διαμοιράζω
Άλλες μορφές
επεξεργασία
διαμοίραση
Συνώνυμα
επεξεργασία
μοίρασμα
διανομή
Μεταφράσεις
επεξεργασία
διαμοιρασμός
→
δείτε
τις λέξεις
μοίρασμα
και
διανομή