δημοτική ενότητα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | δημοτική ενότητα | οι | δημοτικές ενότητες |
γενική | της | δημοτικής ενότητας | των | δημοτικών ενοτήτων |
αιτιατική | τη | δημοτική ενότητα | τις | δημοτικές ενότητες |
κλητική | δημοτική ενότητα | δημοτικές ενότητες | ||
Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασίαΠολυλεκτικός όρος
επεξεργασίαδημοτική ενότητα θηλυκό
- υποδιαίρεση ενός δήμου στην Ελλάδα, η οποία εισήχθη με το Πρόγραμμα «Καλλικράτης», που αντιστοιχεί στους πρώην δήμους που συγχωνεύτηκαν
- ※ Με τη συμμετοχή 208 δήμων - εκ των 330 της χώρας - ολοκληρώθηκε η πρώτη φάση του προγράμματος για την εκπόνηση Τοπικών Πολεοδομικών Σχεδίων (ΤΠΣ). Σύμφωνα με τα στοιχεία του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας (ΥΠΕΝ) εκδηλώθηκε ενδιαφέρον για την εκπόνηση ΤΠΣ σε 627 δημοτικές ενότητες από τις συνολικά 1.044 που απαιτούνται για να αποκτήσει επιτέλους πολεοδομικό σχεδιασμό το σύνολο της χώρας.
- Μάχη Στράτσα, Από 316 δημοτικές ενότητες ξεκινά ο πολεοδομικός σχεδιασμός της χώρας, Το Βήμα, 27 Ιουλίου 2020
- ※ Με τη συμμετοχή 208 δήμων - εκ των 330 της χώρας - ολοκληρώθηκε η πρώτη φάση του προγράμματος για την εκπόνηση Τοπικών Πολεοδομικών Σχεδίων (ΤΠΣ). Σύμφωνα με τα στοιχεία του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας (ΥΠΕΝ) εκδηλώθηκε ενδιαφέρον για την εκπόνηση ΤΠΣ σε 627 δημοτικές ενότητες από τις συνολικά 1.044 που απαιτούνται για να αποκτήσει επιτέλους πολεοδομικό σχεδιασμό το σύνολο της χώρας.
Δείτε επίσης
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία δημοτική ενότητα