↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο δευτερόχυτος η δευτερόχυτη το δευτερόχυτο
      γενική του δευτερόχυτου της δευτερόχυτης του δευτερόχυτου
    αιτιατική τον δευτερόχυτο τη δευτερόχυτη το δευτερόχυτο
     κλητική δευτερόχυτε δευτερόχυτη δευτερόχυτο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι δευτερόχυτοι οι δευτερόχυτες τα δευτερόχυτα
      γενική των δευτερόχυτων των δευτερόχυτων των δευτερόχυτων
    αιτιατική τους δευτερόχυτους τις δευτερόχυτες τα δευτερόχυτα
     κλητική δευτερόχυτοι δευτερόχυτες δευτερόχυτα
Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

  Ετυμολογία

επεξεργασία
δευτερόχυτος < δευτερο- + χυτό(ς)

  Επίθετο

επεξεργασία

δευτερόχυτος, -η, -ο

  Μεταφράσεις

επεξεργασία