Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
δερματίνη
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Δείτε επίσης
:
δερμάτινη
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
δερματίν
η
οι
δερματίν
ες
γενική
της
δερματίν
ης
των
δερματιν
ών
αιτιατική
τη
δερματίν
η
τις
δερματίν
ες
κλητική
δερματίν
η
δερματίν
ες
Κατηγορία
όπως «
νίκη
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
δερματίνη
<
δέρμα
Ουσιαστικό
επεξεργασία
δερματίνη
θηλυκό
συνθετικό
υλικό
,
απομίμηση
του
δέρματος
Μεταφράσεις
επεξεργασία
δερματίνη
αγγλικά
:
leatherette
(en)
·
περίφραση
: imitation leather
σλοβακικά
:
koženka
(sk)
τσεχικά
:
koženka
(cs)