δεκαοχτάχρονος
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- δεκαοχτάχρονος < δεκαοκτάχρονος < δεκαοκτώ + χρόνος + -ος (το -α (δεκαοκτάχρονος) κατ' αναλογία προς το επτά)
Επίθετο επεξεργασία
δεκαοχτάχρονος, -η, -ο
- (καθομιλουμένη) άλλη μορφή του δεκαοκτάχρονος
Μεταφράσεις επεξεργασία
δεκαοχτάχρονος
|