γραμμοκώδικας
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαγραμμοκώδικας αρσενικό
- (νεολογισμός) σύνολο παράλληλων ανισόπαχων γραμμών, που περιέχει πληροφορίες που αφορούν το προϊόν στο οποίο αναγράφεται
γραμμοκώδικας αρσενικό