Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
γραμμάριο
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Δείτε επίσης
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
το
γραμμάρι
ο
τα
γραμμάρι
α
γενική
του
γραμμαρί
ου
&
γραμμάρι
ου
των
γραμμαρί
ων
αιτιατική
το
γραμμάρι
ο
τα
γραμμάρι
α
κλητική
γραμμάρι
ο
γραμμάρι
α
Κατηγορία
όπως «
πρόσωπο
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
γραμμάριο
<
→
λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασία
γραμμάριο
ουδέτερο
(
φυσική
)
μονάδα
μέτρησης της
μάζας
, το ένα χιλιοστό του
κιλού
Δείτε επίσης
επεξεργασία
Μεταφράσεις
επεξεργασία
γραμμάριο
αγγλικά
:
gram
(en)
γαλλικά
:
gramme
(fr)