• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

γουρουνάνθρωπος

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Συνώνυμα
      • 1.2.2 Συγγενικά
      • 1.2.3 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο γουρουνάνθρωπος οι γουρουνάνθρωποι
      γενική του γουρουνάνθρωπου των γουρουνάνθρωπων
    αιτιατική τον γουρουνάνθρωπο τους γουρουνάνθρωπους
     κλητική γουρουνάνθρωπε γουρουνάνθρωποι
Κατηγορία όπως «αντίλαλος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
γουρουνάνθρωπος < γουρούν(ι) + -άνθρωπος

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

γουρουνάνθρωπος αρσενικό

  1. αυτός που έχει συμπεριφορά του γουρουνιού
  2. (μεταφορικά) ο άξεστος, ο χυδαίος, ο βρωμόψυχος

Συνώνυμα

επεξεργασία
  • γουρουνοειδής

Συγγενικά

επεξεργασία
  • γουρουνομούρης
  • γουρουνόμουτρο
  • γουρουνομύτης

  Μεταφράσεις

επεξεργασία
    γουρουνάνθρωπος
  • αγγλικά : piglet (en)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=γουρουνάνθρωπος&oldid=5464672"
Τελευταία επεξεργασία στις 29 Ιανουαρίου 2022, στις 03:57

Γλώσσες

      Αυτή η σελίδα δεν είναι διαθέσιμη σε άλλες γλώσσες.

      Βικιλεξικό
      • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 29 Ιανουαρίου 2022, στις 03:57.
      • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
      • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
      • Σχετικά με Βικιλεξικό
      • Αποποίηση ευθυνών
      • Κώδικας συμπεριφοράς
      • Προγραμματιστές
      • Στατιστικά
      • Δήλωση cookie
      • Όροι χρήσης
      • Επιφάνεια εργασίας