• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

γουρουνομύτης

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Συνώνυμα
      • 1.2.2 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο γουρουνομύτης οι γουρουνομύτηδες
      γενική του γουρουνομύτη των γουρουνομύτηδων
    αιτιατική τον γουρουνομύτη τους γουρουνομύτηδες
     κλητική γουρουνομύτη γουρουνομύτηδες
Κατηγορία όπως «μανάβης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
γουρουνομύτης < γουρούνι + μύτη

Ουσιαστικό

επεξεργασία

γουρουνομύτης αρσενικό

  • αυτός που έχει γουρουνίσια μύτη, δηλαδή μεγάλα ρουθούνια

Συνώνυμα

επεξεργασία
  • γουρουνομούρης

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    γουρουνομύτης
  • αγγλικά : piglet (en)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=γουρουνομύτης&oldid=5566553"
Τελευταία επεξεργασία στις 11 Ιουνίου 2022, στις 17:59

Γλώσσες

      Αυτή η σελίδα δεν είναι διαθέσιμη σε άλλες γλώσσες.

      Βικιλεξικό
      • Wikimedia Foundation
      • Powered by MediaWiki
      • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 11 Ιουνίου 2022, στις 17:59.
      • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
      • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
      • Σχετικά με Βικιλεξικό
      • Αποποίηση ευθυνών
      • Κώδικας συμπεριφοράς
      • Προγραμματιστές
      • Στατιστικά
      • Δήλωση cookie
      • Όροι χρήσης
      • Επιφάνεια εργασίας