• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Είσοδος
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών

γονιδίωμα

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Συγγενικές λέξεις
      • 1.2.2 Δείτε επίσης
      • 1.2.3 Μεταφράσεις

Ελληνικά (el) Επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το γονιδίωμα τα γονιδιώματα
      γενική του γονιδιώματος των γονιδιωμάτων
    αιτιατική το γονιδίωμα τα γονιδιώματα
     κλητική γονιδίωμα γονιδιώματα
όπως «όνομα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία Επεξεργασία

γονιδίωμα < γονίδιο + -ωμα

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

γονιδίωμα ουδέτερο

  • (νεολογισμός) (γενετική), (ιατρική) το σύνολο του γενετικού υλικού που βρίσκεται στο DNA ενός κυττάρου

Συγγενικές λέξειςΕπεξεργασία

  • → δείτε τη λέξη γονίδιο

Δείτε επίσηςΕπεξεργασία

  • γονιδίωμα στη Βικιπαίδεια  

  ΜεταφράσειςΕπεξεργασία

    γονιδίωμα
  • αγγλικά : genome (en)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=γονιδίωμα&oldid=4838512"
Τελευταία επεξεργασία στις 13 Σεπτεμβρίου 2020, στις 12:02

Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 13 Σεπτεμβρίου 2020, στις 12:02.
  • Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την Άδεια Creative Commons Αναφορά Δημιουργού-Παρόμοια Διανομή 3.0· μπορεί να ισχύουν πρόσθετοι όροι. Δείτε τους Όρους Χρήσης για λεπτομέρειες.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie