γονιδίωμα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαγονιδίωμα ουδέτερο
- (νεολογισμός) (γενετική), (ιατρική) το σύνολο της γενετικής πληροφορίας που είναι αποθηκευμένη στο DNA ενός κυττάρου ή στο DNA (ή και RNA) ενός ιού.
Παράγωγα
επεξεργασίαΣυγγενικά
επεξεργασία- → δείτε τη λέξη γονίδιο
Δείτε επίσης
επεξεργασία- γονιδίωμα στη Βικιπαίδεια