• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Είσοδος
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών

γαστρεντερίτιδα

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Μεταφράσεις

Ελληνικά (el) Επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η γαστρεντερίτιδα οι γαστρεντερίτιδες
      γενική της γαστρεντερίτιδας των γαστρεντεριτίδων
& γαστρεντερίτιδων
    αιτιατική τη γαστρεντερίτιδα τις γαστρεντερίτιδες
     κλητική γαστρεντερίτιδα γαστρεντερίτιδες
όπως «σάλπιγγα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία Επεξεργασία

γαστρεντερίτιδα < γαστρο- (< γαστήρ) + έντερο + ίτιδα

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

γαστρεντερίτιδα θηλυκό

  • λοίμωξη του γαστρεντερικού συστήματος που εκδηλώνεται με εμετούς και/ή με διάρροια

  ΜεταφράσειςΕπεξεργασία

    γαστρεντερίτιδα
  • αγγλικά : gastroenteritis (en)
  • γαλλικά : gastroentérite (fr)
  • γερμανικά : Magendarmentzündung (de)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=γαστρεντερίτιδα&oldid=3742450"
Τελευταία επεξεργασία στις 29 Απριλίου 2017, στις 17:28

Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 29 Απριλίου 2017, στις 17:28.
  • Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την Άδεια Creative Commons Αναφορά Δημιουργού-Παρόμοια Διανομή 3.0· μπορεί να ισχύουν πρόσθετοι όροι. Δείτε τους Όρους Χρήσης για λεπτομέρειες.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie