γαιοϊκανότητα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- γαιοϊκανότητα < γαιο- + ικανότητα• Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ʝe.o.i.kaˈno.ti.ta/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : γαι‐ο‐ϊ‐κα‐νό‐τη‐τα
Ουσιαστικό
επεξεργασίαγαιοϊκανότητα θηλυκό
- η δυνατότητα ενός τμήματος της γης να χρησιμοποιείται για διάφορους σκοπούς, διατηρώντας την παραγωγική του αξία[1]
- ※ Στην Ελλάδα (μέχρι πρόσφατα) η έλλειψη χαρτών ταξινόμησης γαιών και γαιοϊκανότητας για διάφορες εναλλακτικές χρήσεις γης είχε ως συνέπεια την αδυναμία νομοθετικής προστασίας της γεωργικής γης.
- Γαρύφαλλος Αραμπατζής, Σχεδιασμός και Πολιτική Χρήσεων Γης στο Νομό Πέλλας, Ελληνική Εταιρεία Πληροφορικής και Επικοινωνιών στη Γεωργία τα Τρόφιμα και το Περιβάλλον (ΕΠΕΓΕ)
- ※ Στην Ελλάδα (μέχρι πρόσφατα) η έλλειψη χαρτών ταξινόμησης γαιών και γαιοϊκανότητας για διάφορες εναλλακτικές χρήσεις γης είχε ως συνέπεια την αδυναμία νομοθετικής προστασίας της γεωργικής γης.
Μεταφράσεις
επεξεργασία γαιοϊκανότητα
|
Αναφορές
επεξεργασία- ↑ Κεφάλαιο 4: Εδαφικοί πόροι, βιβλίο μαθήματος Διαχείριση Φυσικών Πόρων (Α Γενικού Λυκείου)