βιονανοτεχνολογία
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- βιονανοτεχνολογία < λόγιο ενδογενές δάνειο: αγγλική bionanotechnology < αρχαία ελληνική βίος + νᾶνος + τέχνη + λόγος
Ουσιαστικό
επεξεργασίαβιονανοτεχνολογία θηλυκό
- (βιολογία, τεχνολογία) η βιολογική εφαρμογή της νανοτεχνολογίας
Άλλες μορφές
επεξεργασίαΔείτε επίσης
επεξεργασία- bionanotechnology στην αγγλική Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις
επεξεργασία βιονανοτεχνολογία