Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
βαθυπερατός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
προσχέδιο λήμματος
: μπορείτε να βοηθήσετε
επεκτείνοντάς το λήμμα
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
βαθυπερατ
ός
η
βαθυπερατ
ή
το
βαθυπερατ
ό
γενική
του
βαθυπερατ
ού
της
βαθυπερατ
ής
του
βαθυπερατ
ού
αιτιατική
τον
βαθυπερατ
ό
τη
βαθυπερατ
ή
το
βαθυπερατ
ό
κλητική
βαθυπερατ
έ
βαθυπερατ
ή
βαθυπερατ
ό
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
βαθυπερατ
οί
οι
βαθυπερατ
ές
τα
βαθυπερατ
ά
γενική
των
βαθυπερατ
ών
των
βαθυπερατ
ών
των
βαθυπερατ
ών
αιτιατική
τους
βαθυπερατ
ούς
τις
βαθυπερατ
ές
τα
βαθυπερατ
ά
κλητική
βαθυπερατ
οί
βαθυπερατ
ές
βαθυπερατ
ά
Κατηγορία
όπως «
καλός
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
βαθυπερατός
<
βαθυ-
+
περατός
Επίθετο
επεξεργασία
βαθυπερατός
(
μαθηματικά
),(
ηλεκτρολογία
) (Για φίλτρο) το οποίο επιτρέπει τη διέλευση μόνο συχνοτήτων,μικρότερων μίας δοσμένης
συχνότητας αποκοπής
.
Μεταφράσεις
επεξεργασία
βαθυπερατός
αγγλικά
:
low-pass
(en)