αἱμύλιος
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- αἱμύλιος < → λείπει η ετυμολογία
Επίθετο
επεξεργασίααἱμύλιος, -ος, -ον
- άλλη μορφή του αἱμύλος
- ※ 8ος πκε αιώνας ⌘ Ὅμηρος, Ὀδύσσεια, 1 (α. Ἀθηνᾶς παραίνεσις πρὸς Τηλέμαχον.), στίχ. 56 (55-57)
- τοῦ θυγάτηρ δύστηνον ὀδυρόμενον κατερύκει, | αἰεὶ δὲ μαλακοῖσι καὶ αἱμυλίοισι λόγοισι | θέλγει, ὅπως Ἰθάκης ἐπιλήσεται·
- Η θυγατέρα του λοιπόν τον Οδυσσέα κατακρατεί, δύστυχο κι οδυρόμενο· | λόγια γλυκά προφέροντας και μαλακά σαν χάδια, | τον θέλγει ακατάπαυστα, για να ξεχάσει την Ιθάκη.
- Μετάφραση σε πεζό (2006): Δημήτρης Ν. Μαρωνίτης, @greek‑language.gr
- τοῦ θυγάτηρ δύστηνον ὀδυρόμενον κατερύκει, | αἰεὶ δὲ μαλακοῖσι καὶ αἱμυλίοισι λόγοισι | θέλγει, ὅπως Ἰθάκης ἐπιλήσεται·
- ※ 7ος πκε αιώνας ⌘ Ἡσίοδος, Θεογονία, 890 (888-891)
- ἀλλ᾽ ὅτε δὴ ἄρ᾽ ἔμελλε θεὰν γλαυκῶπιν Ἀθήνην | τέξεσθαι, τότ᾽ ἔπειτα δόλῳ φρένας ἐξαπατήσας | αἱμυλίοισι λόγοισιν ἑὴν ἐσκάτθετο νηδύν, | Γαίης φραδμοσύνῃσι καὶ Οὐρανοῦ ἀστερόεντος·
- Μα όταν πια τη θεά Αθηνά, την αστραπόματη, έμελλε | εκείνη να γεννήσει, τότε με δόλο το νου της ο Δίας τον ξεγέλασε | και με χαριτωμένα λόγια στην κοιλιά του την κατάπιε, | με συμβουλές της Γης και του Ουρανού που ᾽ναι γεμάτος άστρα.
- Μετάφραση (2001): Σταύρος Γκιργκένης, Θεσσαλονίκη: Ζήτρος @greek‑language.gr
- ἀλλ᾽ ὅτε δὴ ἄρ᾽ ἔμελλε θεὰν γλαυκῶπιν Ἀθήνην | τέξεσθαι, τότ᾽ ἔπειτα δόλῳ φρένας ἐξαπατήσας | αἱμυλίοισι λόγοισιν ἑὴν ἐσκάτθετο νηδύν, | Γαίης φραδμοσύνῃσι καὶ Οὐρανοῦ ἀστερόεντος·
- ※ 8ος πκε αιώνας ⌘ Ὅμηρος, Ὀδύσσεια, 1 (α. Ἀθηνᾶς παραίνεσις πρὸς Τηλέμαχον.), στίχ. 56 (55-57)
Πηγές
επεξεργασία- αἱμύλιος - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- αἱμύλιος - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.