↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η αυτοκινητοβιομηχανία οι αυτοκινητοβιομηχανίες
      γενική της αυτοκινητοβιομηχανίας των αυτοκινητοβιομηχανιών
    αιτιατική την αυτοκινητοβιομηχανία τις αυτοκινητοβιομηχανίες
     κλητική αυτοκινητοβιομηχανία αυτοκινητοβιομηχανίες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
αυτοκινητοβιομηχανία < αυτοκίνητ(ο) + -ο- + βιομηχανία

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /a.fto.ci.ni.to.vi.o.mi.xaˈni.a/

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

αυτοκινητοβιομηχανία θηλυκό

  1. ο κλάδος της βιομηχανίας που ασχολείται με το αυτοκίνητο
  2. βιομηχανική εταιρεία κατασκευής αυτοκινήτων

  Μεταφράσεις

επεξεργασία