αυτάξιος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | |||||
---|---|---|---|---|---|---|
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | ο | αυτάξιος | η | αυτάξια | το | αυτάξιο |
γενική | του | αυτάξιου | της | αυτάξιας | του | αυτάξιου |
αιτιατική | τον | αυτάξιο | την | αυτάξια | το | αυτάξιο |
κλητική | αυτάξιε | αυτάξια | αυτάξιο | |||
↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | οι | αυτάξιοι | οι | αυτάξιες | τα | αυτάξια |
γενική | των | αυτάξιων | των | αυτάξιων | των | αυτάξιων |
αιτιατική | τους | αυτάξιους | τις | αυτάξιες | τα | αυτάξια |
κλητική | αυτάξιοι | αυτάξιες | αυτάξια | |||
ομάδα 'ωραίος', Κατηγορία όπως «θαυμάσιος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές |
Ετυμολογία
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίααυτάξιος[1]
Συγγενικά
επεξεργασία- → δείτε τη λέξη αυταξία
Μεταφράσεις
επεξεργασία αυτάξιος
|
Αναφορές
επεξεργασία- ↑ αυτάξιος - Γεωργακάς, Δημήτριος. A Modern Greek-English Dictionary [Ελληνοαγγλικό λεξικό] (μόνο το γράμμα α) - Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας