• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

ατμάκατος

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Μεταφράσεις
    • 1.3 Αναφορές

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ατμάκατος οι ατμάκατοι (ατμάκατες)
      γενική της ατμακάτου των ατμακάτων
    αιτιατική την ατμάκατο τις ατμακάτους (ατμάκατες)
     κλητική ατμάκατε (ατμάκατο) ατμάκατοι (ατμάκατες)
Κατηγορία όπως «διάμετρος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
ατμάκατος < ατμός (ατμ-) + άκατος, μεταφραστικό δάνειο από τη γαλλική chaloupe à vapeur[1]

Ουσιαστικό

επεξεργασία

ατμάκατος θηλυκό

  • (ναυτικός όρος) μικρό σκάφος, άκατος, που φέρει ατμομηχανή

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    ατμάκατος
  • αγγλικά : steamboat (en), steamship (en)

Αναφορές

επεξεργασία
  1. ↑ ατμάκατος - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=ατμάκατος&oldid=5459307"
Τελευταία επεξεργασία στις 28 Ιανουαρίου 2022, στις 13:24

Γλώσσες

    • English
    • Suomi
    • Malagasy
    Βικιλεξικό
    • Wikimedia Foundation
    • Powered by MediaWiki
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 28 Ιανουαρίου 2022, στις 13:24. Page was rendered with Parsoid.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Κώδικας συμπεριφοράς
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας