αρχιδουκικός
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
- αρχιδουκικός < αρχιδούκας
Επίθετο
επεξεργασία
αρχιδουκικός, -ή, -ό
- σχετικός με τον αρχιδούκα ή την αρχιδούκισσα
Μεταφράσεις
επεξεργασία
αρχιδουκικός