• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

αρρενωπός

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Επίθετο
      • 1.2.1 Συνώνυμα
      • 1.2.2 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο αρρενωπός η αρρενωπή το αρρενωπό
      γενική του αρρενωπού της αρρενωπής του αρρενωπού
    αιτιατική τον αρρενωπό την αρρενωπή το αρρενωπό
     κλητική αρρενωπέ αρρενωπή αρρενωπό
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι αρρενωποί οι αρρενωπές τα αρρενωπά
      γενική των αρρενωπών των αρρενωπών των αρρενωπών
    αιτιατική τους αρρενωπούς τις αρρενωπές τα αρρενωπά
     κλητική αρρενωποί αρρενωπές αρρενωπά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία

επεξεργασία
αρρενωπός < ἄρρην + -ωπός

Επίθετο

επεξεργασία

αρρενωπός, -ή, -ό

  • που έχει έντονα αντρικά χαρακτηριστικά

Συνώνυμα

επεξεργασία
  • αρρενόφρων

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    αρρενωπός
  • ιταλικά : virile (it)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=αρρενωπός&oldid=5457900"
Τελευταία επεξεργασία στις 28 Ιανουαρίου 2022, στις 09:45

Γλώσσες

    • English
    • Malagasy
    Βικιλεξικό
    • Wikimedia Foundation
    • Powered by MediaWiki
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 28 Ιανουαρίου 2022, στις 09:45.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Κώδικας συμπεριφοράς
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας