αριστοκράτης
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
αριστοκράτης αρσενικό (θηλυκό αριστοκράτισσα)
- ο καταγόμενος από ευγενείς
Συγγενικά επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
αριστοκράτης
αριστοκράτης αρσενικό (θηλυκό αριστοκράτισσα)