αποφοιτήριο
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
αποφοιτήριο ουδέτερο
- πιστοποιητικό που αναγράφει το χρόνο διακοπής της φοίτησης σε κάποιο εκπαιδευτικό ίδρυμα, τη διάρκεια της μέχρι τότε φοίτησης και άλλα σχετικά στοιχεία
Συγγενικά επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
αποφοιτήριο
|