Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
απλοϊκότητα
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Συγγενικά
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
απλοϊκότητ
α
οι
απλοϊκότητ
ες
γενική
της
απλοϊκότητ
ας
των
απλοϊκοτήτ
ων
αιτιατική
την
απλοϊκότητ
α
τις
απλοϊκότητ
ες
κλητική
απλοϊκότητ
α
απλοϊκότητ
ες
Κατηγορία
όπως «
σάλπιγγα
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
απλοϊκότητα
< (
καθαρεύουσα
) απλοϊκότης <
απλοϊκός
+
-ότης
Ουσιαστικό
επεξεργασία
απλοϊκότητα
θηλυκό
η
ιδιότητα
του
απλοϊκού
Συγγενικά
επεξεργασία
→
δείτε
τη λέξη
απλοϊκός
Μεταφράσεις
επεξεργασία
απλοϊκότητα
αγγλικά
:
simpleness
(en)
γαλλικά
:
simplisme
(fr)