απαραμύθητος
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- απαραμύθητος < αρχαία ελληνική ἀπαραμύθητος
Επίθετο επεξεργασία
απαραμύθητος
Συγγενικά επεξεργασία
- απαραμύθητα
- → δείτε τις λέξεις παραμυθία, παραμύθι και μύθος
Μεταφράσεις επεξεργασία
απαραμύθητος
|