αξιάδα
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | αξιάδα | οι | αξιάδες |
γενική | της | αξιάδας | των | αξιάδων |
αιτιατική | την | αξιάδα | τις | αξιάδες |
κλητική | αξιάδα | αξιάδες | ||
Κατηγορία όπως «ελπίδα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
αξιάδα θηλυκό
Άλλες μορφές επεξεργασία
Συνώνυμα επεξεργασία
Συγγενικά επεξεργασία
- → δείτε τη λέξη άξιος
Μεταφράσεις επεξεργασία
αξιάδα