ανυμέναιος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- ανυμέναιος < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική ἀνυμέναιος
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /a.niˈme.ne.os/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : α‐νυ‐μέ‐ναι‐ος
Επίθετο
επεξεργασίαανυμέναιος, -η, -ο
- που είναι ανύπαντρος
- ※ Στό ἀναμεταξύ αὐτός ἔχει καβατζάρει τά πενήντα, τά γερατειά καταφθάνουν, ὁ θάνατος καραδοκεῖ∙ καί κάθε μέρα πού ἡ Μαρία μένει ἀνυμέναιη στήν καμπούρα του εἶναι μιά μέρα χαμένης χαρᾶς κι ἀμεριμνησίας γιά ἐκεῖνον.
- Μ. Καραγάτσης, Ο κίτρινος φάκελος
- ※ Στό ἀναμεταξύ αὐτός ἔχει καβατζάρει τά πενήντα, τά γερατειά καταφθάνουν, ὁ θάνατος καραδοκεῖ∙ καί κάθε μέρα πού ἡ Μαρία μένει ἀνυμέναιη στήν καμπούρα του εἶναι μιά μέρα χαμένης χαρᾶς κι ἀμεριμνησίας γιά ἐκεῖνον.
Συγγενικά
επεξεργασία- → δείτε τη λέξη υμέναιος
Μεταφράσεις
επεξεργασία ανυμέναιος
→ δείτε τη λέξη ανύπαντρος |
Πηγές
επεξεργασία- ανυμέναιος - Γεωργακάς, Δημήτριος. A Modern Greek-English Dictionary [Ελληνοαγγλικό λεξικό] (μόνο το γράμμα α) - Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας