Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η αντιπροπαγάνδα οι αντιπροπαγάνδες
      γενική της αντιπροπαγάνδας των αντιπροπαγάνδων
    αιτιατική την αντιπροπαγάνδα τις αντιπροπαγάνδες
     κλητική αντιπροπαγάνδα αντιπροπαγάνδες
Κατηγορία όπως «ελπίδα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

αντιπροπαγάνδα < αντι- + προπαγάνδα ((μεταφραστικό δάνειο) γαλλική contrepropagande / contre-propagande)

  Ουσιαστικό επεξεργασία

αντιπροπαγάνδα θηλυκό

Συγγενικά επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία