αντιοικολογικός
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- αντιοικολογικός < αντι- + οικολογικός
Επίθετο επεξεργασία
αντιοικολογικός, -ή, -ό
- αντίθετος του οικολογικού
Μεταφράσεις επεξεργασία
αντιοικολογικός
|
αντιοικολογικός, -ή, -ό
|