Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
αναρριχτός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
αναρριχτ
ός
η
αναρριχτ
ή
το
αναρριχτ
ό
γενική
του
αναρριχτ
ού
της
αναρριχτ
ής
του
αναρριχτ
ού
αιτιατική
τον
αναρριχτ
ό
την
αναρριχτ
ή
το
αναρριχτ
ό
κλητική
αναρριχτ
έ
αναρριχτ
ή
αναρριχτ
ό
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
αναρριχτ
οί
οι
αναρριχτ
ές
τα
αναρριχτ
ά
γενική
των
αναρριχτ
ών
των
αναρριχτ
ών
των
αναρριχτ
ών
αιτιατική
τους
αναρριχτ
ούς
τις
αναρριχτ
ές
τα
αναρριχτ
ά
κλητική
αναρριχτ
οί
αναρριχτ
ές
αναρριχτ
ά
Κατηγορία
όπως «
καλός
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Επίθετο
επεξεργασία
αναρριχτός
άλλη γραφή του
αναριχτός