Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
αμπελικός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Συνώνυμα
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
αμπελικ
ός
η
αμπελικ
ή
το
αμπελικ
ό
γενική
του
αμπελικ
ού
της
αμπελικ
ής
του
αμπελικ
ού
αιτιατική
τον
αμπελικ
ό
την
αμπελικ
ή
το
αμπελικ
ό
κλητική
αμπελικ
έ
αμπελικ
ή
αμπελικ
ό
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
αμπελικ
οί
οι
αμπελικ
ές
τα
αμπελικ
ά
γενική
των
αμπελικ
ών
των
αμπελικ
ών
των
αμπελικ
ών
αιτιατική
τους
αμπελικ
ούς
τις
αμπελικ
ές
τα
αμπελικ
ά
κλητική
αμπελικ
οί
αμπελικ
ές
αμπελικ
ά
Κατηγορία
όπως «
καλός
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
αμπελικός
<
→
λείπει η ετυμολογία
Επίθετο
επεξεργασία
αμπελικός, -ή, -ό
ο
αγροφύλακας
ο επιμελούμενος τον
αμπελώνα
Συνώνυμα
επεξεργασία
βλεπές
δραγάτης